Πέμπτη, 19 Αυγούστου 2010
Ραγίντ Αλ-Σάλεχ (Al-Hayat)
Μετάφραση: Χαράλαμπος Τσιτσόπουλος
Στη διάρκεια της τελευταίας επίσκεψής του στην Αθήνα, ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου εξέφρασε την ικανοποίησή του για την πρόοδο των Ελληνο-Ισραηλινών σχέσεων και την ελπίδα του για μελλοντική ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας. Ο επίσημος κύκλος του Ισραηλινού
Πρωθυπουργού ήταν ακόμη εμφανέστερα αισιόδοξος για το μέλλον των Ελληνο-Ισραηλινών σχέσεων εκφράζοντας την ελπίδα της Ισραηλινής κυβέρνησης για περαιτέρω ανάπτυξη στους τομείς ασφάλειας και διπλωματίας. Με τη σειρά τους, τα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης συνέβαλαν στη δημιουργία αισοδοξίας για το μέλλον των σχέσεων των δύο χωρών, τονίζοντας ιδιαίτερα τη σημασία των αμοιβαίων επισκέψεων Νετανιάχου και Παπανδρέου, ο οποίος είχε πραγματοποιήσει επίσημη επίσκεψη στο Ισραήλ τον περασμένο Ιούλιο. Σε επιβεβαιώση της σημασίας της τελευταίας αυτής επίσκεψης και της πρόσφατης προόδου των διμερών σχέσεων, οι ισραηλινές εφημερίδες αναφέρθηκαν στα πρόσφατα στρατιωτικά γυμνάσια της ισραηλινής αεροπορίας στον ελληνικό εναέριο χώρο στις αρχές του τρέχοντος έτους, καθώς και στη μεταστροφή των Ισραηλινών τουριστών από την Τουρκία προς την Ελλάδα. Τέλος, οι ισραηλινές εφημερίδες έκαναν λόγο για επερχόμενη επίσκεψη ισραηλινών επενδυτών στην Ελλάδα.
Αναπόφευκτα οι εξελίξεις αυτές θα προκαλέσουν ανησυχία κι ενόχληση στις αραβικές χώρες. Οι τελευταίες, εν τούτοις, δεν θα πρέπει να ξεχνούν ότι αποκόμισαν μεγάλα οφέλη όταν η Τουρκία και το Ιράν άλλαξαν πολιτική κατεύθυνση κι από σύμμαχοι του Ισραήλ, στο πλαίσιο της συμμαχίας των πλευρών έγιναν ένθερμοι υποστηρικτές του Παλαιστινιακού ζητήματος, προσεγγίζοντας τα αραβικά κράτη και ευθυγραμμιζόμενες με αυτά και σε μια πλειάδα άλλων ζητημάτων. Σίγουρα, λοιπόν, δεν εξυπηρετεί τα αραβικά κράτη μια προσέγγιση της Τουρκίας και του Ιράν παράλληλα με μια ενδεχόμενη απομάκρυνση της Ελλάδας.
Η Ελλάδα υπήρξε παραδοσιακός σύμμαχος των Αράβων κι η πολιτική της διακρινόταν πάντοτε από πλήρη υποστήριξη προς τα αραβικά κράτη και ζητήματα. Υπήρξε η τελευταία ευρωπαϊκή χώρα που αναγνώρισε το Ισραήλ συνάπτοντας μαζί του ολοκληρωμένες διπλωματικές σχέσεις μόλις το 1990. Η Ελλάδα υποστήριξε όλα τα αραβικά κινήματα ανεξαρτησίας. Το ίδιο ισχύει και για την Κύπρο, το μικρό αδερφό της Ελλάδας, που στήριξε με ζήλο όλες τις αραβικές θέσεις, ιδιαίτερα επί προεδρίας Πατριάρχη Μακάριου. Γι’αυτό ακριβώς είναι φυσικό να προκαλεί ενόχληση στα αραβικά κράτη η προσέγγιση Ελλάδας-Ισραήλ. Είναι ανώφελο, όμως, η απάντηση των Αράβων να περιοριστεί στην έκφραση δυσαρέσκειας κι ενόχλησης, αφού οι πιθανές επιδράσεις μιας τέτοιας αντίδρασης θα είναι ούτως ή άλλως από περιορισμένες μέχρι ελάχιστες. Επιπλέον, μια αρνητική αντίδραση δεν θα μεταφραστεί σε χειροπιαστές πολιτικές τόσο σε διμερές επίπεδο, όσο και σε αυτό των συλλογικών σχέσεων με την Ελλάδα. Η ‘αδυναμία’αυτή των αραβικών κρατών εναρμονίζεται πλήρως με την γενικότερη έλλειψη ενδιαφέροντός τους για τα γειτονικά κράτη. Με εξαίρεση την έκκληση του Γ.Γ. του Αραβικού Συνδέσμου, Άμρ Μούσα, για οικοδόμηση στενότερων σχέσεων μεταξύ των κρατών της περιοχής, κάθε σχετική πρωτοβουλία για τέτοια οικοδόμηση μεταξύ αραβικών και μη-αραβικών κρατών προήλθε πάντα από τα τελευταία. Αυτό οφείλεται στην έλλειψη προσπάθειας από μέρους των αραβικών κρατών, που ισχύει και για την περίπτωση της αλλαγής στάσης της Τεχεράνης και της Άγκυρας απέναντι στα μεγάλα αραβικά ζητήματα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις τα αραβικά κράτη τήρησαν στάση παρατηρητή. Μήπως, λοιπόν, οδηγεί μία τέτοια στάση στην αποδυνάμωση της φιλίας Ελλάδας και Αράβων κάτω από τις συνεχιζόμενες ισραηλινές πιέσεις;
Όποιος εξετάσει ενδελεχώς το διεθνές περιβάλλον γύρω από τα αραβικά κράτη συνειδητοποιεί τη σημασία περιφρούρησης των σχέσεων εμπιστοσύνης με την Ελλάδα. Μεταξύ των γειτονικών κρατών, η σημασία των Κύπρου κι Ελλάδας έγκειται στη συμμετοχή τους στην Ε.Ε., όπου διακυβεύονται πολλά και για τους Άραβες. Επιπλέον, το Ισραήλ έχει επωφεληθεί από την σχέση του με την Ε.Ε πολύ περισσότερο από τους ‘Αραβες. Οι τελευταίοι παρακάλεσαν συχνά τις Ελλάδα και Κύπρο να διαβιβάσουν τις απόψεις τους στην Ε.Ε.
Επιπλέον, μεταξύ των κρατών της περιοχής, η Ελλάδα κατέχει εξέχουσα θέση έναντι των Χριστιανών της Ανατολής και κυρίως των Ανατολικών Ορθόδοξων Εκκλησιών, των οποίων τα Ορθόδοξα μέλη αριθμούν 300 εκατομμύρια σε παγκόσμιο επίπεδο. Επίσης αναλαμβάνει πάντα ενεργό ρόλο σε ολες τις πρωτοβουλίες διαμεσολάβησης στην περιοχή, όπως στα πλαίσια της Μεσογειακής Ένωσης κι άλλων περιφερειακών οργανισμών. Τέλος, η σημασία των Κύπρου κι Ελλάδας έγκειται και στη σπουδαιότητά τους στο πλαίσιο του ανταγωνισμού μεταξύ Λιβάνου και Συρίας από τη μία και Ισραήλ από την άλλη, για τα πιθανολογούμενα τεράστια αποθέματα πετρελαίου στην περιοχή, τα οποία από καιρό εποφθαλμιά το Ισραήλ.
Πράγματι, το ενδιαφέρον των αραβικών κρατών για την Ελλάδα δεν θα αποβεί σε βάρος των σχέσεων τους με την Τουρκία και το Ιράν. Απεναντίας, οποιαδήποτε πρωτοβουλία των Αράβων να αποδυναμώσουν τις Ελληνο-Ισραηλινές σχέσεις θα τύχει θερμής υποδοχής στην Άγκυρα.
Οι Τούρκοι ξέρουν καλά ότι η Ισραηλινή απόπειρα προσέγγισης της Αθήνας αποσκοπεί έμμεσα στον προσεταιρισμό της Άγκυρας για το Παλαιστινιακό, ιδιαίτερα στο φως της πρόσφατης κριτικής που άσκησε η Άγκυρα έναντι στην ισραηλινή επίθεση στο “Freedom Fleet”. Αν, λοιπόν, επιθυμούν τα αραβικά κράτη να περιορίσουν την ισραηλινή επιθετικότητα θα πρέπει να ξεκινήσουν διακηρύσσοντας την ενότητά τους με την Τουρκία στο Παλαιστινιακό ζήτημα. Η οποία Τουρκία δεν πρόκειται να απομακρυνθεί από την Ελλάδα στο προσεχές μέλλον. Απεναντίας, θα επιδιώξει την βελτίωση των σχέσεών τους μαζί της, στο πλαίσιο της πολιτικής “μηδενικών προβλημάτων” στην περιοχή.
Εάν τα αραβικά κράτη επιθυμούν να περιορίσουν την ανάπτυξη των Ελληνο-Ισραηλινών σχέσεων έχουν πολλά μέσα στη διάθεσή τους, με κυριότερο την άμεση ανταλλαγή επισκέψεων με την Ελλάδα, όσο και με τις άλλες χώρες της περιοχής. Παράδειγμα αποτελεί η επίσκεψη του Προέδρου της Συρίας, Μπασάρ Αλ-Άσαντ, στην Άγκυρα το 2007, η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απογείωση των Τουρκο-Συριακών σχέσεων. Ενδεχόμενη ανταλλαγή επισκέψεων μεταξύ Αράβων κι Ελλήνων δεν θα είναι λιγότερο αποτελεσματική από την προαναφερθείσα. Παράλληλα, είναι απόλυτα εφικτή η ενθάρρυνση επιχειρηματικών πρωτοβουλιών και επενδύσεων από τους Άραβες στην Ελλάδα, σε μια πληθώρα τομέων, με κυριότερο τον τουρισμό. Αυτό ίσως να μοιάζει δύσκολο σε μια περίοδο που η Ελλάδα φαίνεται να απειλείται από οικονομική κατάρρευση, αν και η Αθήνα φαίνεται να οδεύει προς την έξοδο από την κρίση μετά την εφαρμογή μιας σειράς μέτρων επιβληθέντων από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πράγματι, η ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ των αραβικών κρατών της ευρύτερης περιοχής μέσω της Ελλάδας και η ελαχιστοποίηση του ενδεχόμενου ρήγματος που επιδιώκει να δημιουργήσει το Ισραήλ μεταξύ Αράβων και Ελλάδας αποτελούν επιθυμητούς στόχους των αραβικών κρατών, αρκεί να αφιερώσουν περισσότερο ενδιαφέρον στις σχέσεις τους με την Αθήνα. Προς το παρόν, πάντων οι σχέσεις στην περιοχή παραμένουν στάσιμες.
Αναπόφευκτα οι εξελίξεις αυτές θα προκαλέσουν ανησυχία κι ενόχληση στις αραβικές χώρες. Οι τελευταίες, εν τούτοις, δεν θα πρέπει να ξεχνούν ότι αποκόμισαν μεγάλα οφέλη όταν η Τουρκία και το Ιράν άλλαξαν πολιτική κατεύθυνση κι από σύμμαχοι του Ισραήλ, στο πλαίσιο της συμμαχίας των πλευρών έγιναν ένθερμοι υποστηρικτές του Παλαιστινιακού ζητήματος, προσεγγίζοντας τα αραβικά κράτη και ευθυγραμμιζόμενες με αυτά και σε μια πλειάδα άλλων ζητημάτων. Σίγουρα, λοιπόν, δεν εξυπηρετεί τα αραβικά κράτη μια προσέγγιση της Τουρκίας και του Ιράν παράλληλα με μια ενδεχόμενη απομάκρυνση της Ελλάδας.
Η Ελλάδα υπήρξε παραδοσιακός σύμμαχος των Αράβων κι η πολιτική της διακρινόταν πάντοτε από πλήρη υποστήριξη προς τα αραβικά κράτη και ζητήματα. Υπήρξε η τελευταία ευρωπαϊκή χώρα που αναγνώρισε το Ισραήλ συνάπτοντας μαζί του ολοκληρωμένες διπλωματικές σχέσεις μόλις το 1990. Η Ελλάδα υποστήριξε όλα τα αραβικά κινήματα ανεξαρτησίας. Το ίδιο ισχύει και για την Κύπρο, το μικρό αδερφό της Ελλάδας, που στήριξε με ζήλο όλες τις αραβικές θέσεις, ιδιαίτερα επί προεδρίας Πατριάρχη Μακάριου. Γι’αυτό ακριβώς είναι φυσικό να προκαλεί ενόχληση στα αραβικά κράτη η προσέγγιση Ελλάδας-Ισραήλ. Είναι ανώφελο, όμως, η απάντηση των Αράβων να περιοριστεί στην έκφραση δυσαρέσκειας κι ενόχλησης, αφού οι πιθανές επιδράσεις μιας τέτοιας αντίδρασης θα είναι ούτως ή άλλως από περιορισμένες μέχρι ελάχιστες. Επιπλέον, μια αρνητική αντίδραση δεν θα μεταφραστεί σε χειροπιαστές πολιτικές τόσο σε διμερές επίπεδο, όσο και σε αυτό των συλλογικών σχέσεων με την Ελλάδα. Η ‘αδυναμία’αυτή των αραβικών κρατών εναρμονίζεται πλήρως με την γενικότερη έλλειψη ενδιαφέροντός τους για τα γειτονικά κράτη. Με εξαίρεση την έκκληση του Γ.Γ. του Αραβικού Συνδέσμου, Άμρ Μούσα, για οικοδόμηση στενότερων σχέσεων μεταξύ των κρατών της περιοχής, κάθε σχετική πρωτοβουλία για τέτοια οικοδόμηση μεταξύ αραβικών και μη-αραβικών κρατών προήλθε πάντα από τα τελευταία. Αυτό οφείλεται στην έλλειψη προσπάθειας από μέρους των αραβικών κρατών, που ισχύει και για την περίπτωση της αλλαγής στάσης της Τεχεράνης και της Άγκυρας απέναντι στα μεγάλα αραβικά ζητήματα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις τα αραβικά κράτη τήρησαν στάση παρατηρητή. Μήπως, λοιπόν, οδηγεί μία τέτοια στάση στην αποδυνάμωση της φιλίας Ελλάδας και Αράβων κάτω από τις συνεχιζόμενες ισραηλινές πιέσεις;
Όποιος εξετάσει ενδελεχώς το διεθνές περιβάλλον γύρω από τα αραβικά κράτη συνειδητοποιεί τη σημασία περιφρούρησης των σχέσεων εμπιστοσύνης με την Ελλάδα. Μεταξύ των γειτονικών κρατών, η σημασία των Κύπρου κι Ελλάδας έγκειται στη συμμετοχή τους στην Ε.Ε., όπου διακυβεύονται πολλά και για τους Άραβες. Επιπλέον, το Ισραήλ έχει επωφεληθεί από την σχέση του με την Ε.Ε πολύ περισσότερο από τους ‘Αραβες. Οι τελευταίοι παρακάλεσαν συχνά τις Ελλάδα και Κύπρο να διαβιβάσουν τις απόψεις τους στην Ε.Ε.
Επιπλέον, μεταξύ των κρατών της περιοχής, η Ελλάδα κατέχει εξέχουσα θέση έναντι των Χριστιανών της Ανατολής και κυρίως των Ανατολικών Ορθόδοξων Εκκλησιών, των οποίων τα Ορθόδοξα μέλη αριθμούν 300 εκατομμύρια σε παγκόσμιο επίπεδο. Επίσης αναλαμβάνει πάντα ενεργό ρόλο σε ολες τις πρωτοβουλίες διαμεσολάβησης στην περιοχή, όπως στα πλαίσια της Μεσογειακής Ένωσης κι άλλων περιφερειακών οργανισμών. Τέλος, η σημασία των Κύπρου κι Ελλάδας έγκειται και στη σπουδαιότητά τους στο πλαίσιο του ανταγωνισμού μεταξύ Λιβάνου και Συρίας από τη μία και Ισραήλ από την άλλη, για τα πιθανολογούμενα τεράστια αποθέματα πετρελαίου στην περιοχή, τα οποία από καιρό εποφθαλμιά το Ισραήλ.
Πράγματι, το ενδιαφέρον των αραβικών κρατών για την Ελλάδα δεν θα αποβεί σε βάρος των σχέσεων τους με την Τουρκία και το Ιράν. Απεναντίας, οποιαδήποτε πρωτοβουλία των Αράβων να αποδυναμώσουν τις Ελληνο-Ισραηλινές σχέσεις θα τύχει θερμής υποδοχής στην Άγκυρα.
Οι Τούρκοι ξέρουν καλά ότι η Ισραηλινή απόπειρα προσέγγισης της Αθήνας αποσκοπεί έμμεσα στον προσεταιρισμό της Άγκυρας για το Παλαιστινιακό, ιδιαίτερα στο φως της πρόσφατης κριτικής που άσκησε η Άγκυρα έναντι στην ισραηλινή επίθεση στο “Freedom Fleet”. Αν, λοιπόν, επιθυμούν τα αραβικά κράτη να περιορίσουν την ισραηλινή επιθετικότητα θα πρέπει να ξεκινήσουν διακηρύσσοντας την ενότητά τους με την Τουρκία στο Παλαιστινιακό ζήτημα. Η οποία Τουρκία δεν πρόκειται να απομακρυνθεί από την Ελλάδα στο προσεχές μέλλον. Απεναντίας, θα επιδιώξει την βελτίωση των σχέσεών τους μαζί της, στο πλαίσιο της πολιτικής “μηδενικών προβλημάτων” στην περιοχή.
Εάν τα αραβικά κράτη επιθυμούν να περιορίσουν την ανάπτυξη των Ελληνο-Ισραηλινών σχέσεων έχουν πολλά μέσα στη διάθεσή τους, με κυριότερο την άμεση ανταλλαγή επισκέψεων με την Ελλάδα, όσο και με τις άλλες χώρες της περιοχής. Παράδειγμα αποτελεί η επίσκεψη του Προέδρου της Συρίας, Μπασάρ Αλ-Άσαντ, στην Άγκυρα το 2007, η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απογείωση των Τουρκο-Συριακών σχέσεων. Ενδεχόμενη ανταλλαγή επισκέψεων μεταξύ Αράβων κι Ελλήνων δεν θα είναι λιγότερο αποτελεσματική από την προαναφερθείσα. Παράλληλα, είναι απόλυτα εφικτή η ενθάρρυνση επιχειρηματικών πρωτοβουλιών και επενδύσεων από τους Άραβες στην Ελλάδα, σε μια πληθώρα τομέων, με κυριότερο τον τουρισμό. Αυτό ίσως να μοιάζει δύσκολο σε μια περίοδο που η Ελλάδα φαίνεται να απειλείται από οικονομική κατάρρευση, αν και η Αθήνα φαίνεται να οδεύει προς την έξοδο από την κρίση μετά την εφαρμογή μιας σειράς μέτρων επιβληθέντων από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πράγματι, η ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ των αραβικών κρατών της ευρύτερης περιοχής μέσω της Ελλάδας και η ελαχιστοποίηση του ενδεχόμενου ρήγματος που επιδιώκει να δημιουργήσει το Ισραήλ μεταξύ Αράβων και Ελλάδας αποτελούν επιθυμητούς στόχους των αραβικών κρατών, αρκεί να αφιερώσουν περισσότερο ενδιαφέρον στις σχέσεις τους με την Αθήνα. Προς το παρόν, πάντων οι σχέσεις στην περιοχή παραμένουν στάσιμες.
http://dinatomirmigi.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου